Παρόλο που η Εξωσωματική Γονιμοποίηση προσφέρει δοκιμασμένες τεχνικές για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας, υπάρχουν δυστυχώς ζευγάρια που βιώνουν την αποτυχία. Διαπιστώνουν δηλαδή ότι, ενώ δημιουργούνται στο εργαστήριο φυσιολογικά έμβρυα όταν αυτά τα έμβρυα μεταφερθούν και εμφυτευτούν στη μήτρα της υποψήφιας μητέρας, είτε επιζούν παροδικά (επιτυγχάνεται μόνο βιοχημική κύηση) είτε δεν επιζούν καθόλου και η ανάπτυξη τους διακόπτεται αμέσως μετά την εμβρυομεταφορά. Αυτό το απογοητευτικό γεγονός συμβαίνει συχνά στα ζευγάρια που υποβάλλονται στη διαδικασία της Εξωσωματικής Γονιμοποίησης (IVF).
Οι επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες εμβρυομεταφορές μπορεί να οφείλονται σε:
1. Συγγενείς ή επίκτητες ανατομικές ανωμαλίες της μήτρας (όπως είναι το διάφραγμα, η μονόκερη, δίκερη ή έντονα. καρδιόσχημος μήτρα, πολύποδες, συμφύσεις ή ινομυώματα).
2. Η ελαττωμένη υποδεκτικότητα του ενδομητρίου, που σχετίζεται άμεσα με το πάχος του.
3. Χρωμοσωμικές ανωμαλίες του ζευγαριού (που άλλοτε τις γνωρίζει και άλλοτε όχι) ή των εμβρύων του (κληρονομικά μεταφερόμενες ή de novo, δηλαδή αυτόματα δημιουργούμενες, αμέσως μετά την γονιμοποίηση, από φυσιολογικούς χρωμοσωμικά γονείς).
4. Βακτηριακές ή ιογενείς λοιμώξεις, του ενδομητρίου.
5. Ορμονικές διαταραχές που διαταράσσουν την ομαλή εξέλιξη της κύησης μετά την εμβρυομεταφορά.
Η αναγνώριση και θεραπεία αυτών των ζευγαριών πρέπει να επιδιώκεται να αποκατασταθεί έγκαιρα, εάν είναι δυνατό πριν από την 1η προσπάθεια ή έστω μετά την 1η αποτυχία εμβρυομεταφοράς.
Αν βρεθεί κάποια ανατομική ανωμαλία της μήτρας θα πρέπει να διορθώνεται. Αυτό συνήθως γίνεται υστεροσκοπικά. Τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύ συζήτηση για την έκφραση ή μη κάποιων μορίων στο ενδομήτριο ή την παρουσία κάποιων ανοσολογικών κυττάρων που πιθανόν επηρεάζουν δυσμενώς την εμφύτευση του εμβρύου. Τα αποτελέσματα των ερευνών σχετικά με το ρόλο τους είναι αντικρουόμενα και οι μέθοδοι θεραπείας αμφιλεγόμενοι. Χρωμοσωμικές ανωμαλίες των φαινοτυπικά φυσιολογικών γονέων έχουν επίσης ενοχοποιηθεί για τη μη ανάπτυξη των εμβρύων. Σε αυτές τις περιπτώσεις η θεραπεία θα πρέπει να εξατομικεύεται και σε κάποιες περιπτώσεις ενδεχομένως να ενδείκνυται η προγεννητική διάγνωση.
Μετά από κάθε αποτυχημένη προσπάθεια εξωσωματικής γονιμοποίησης, ο γιατρός θα πρέπει να εξηγεί αναλυτικά στο ζευγάρι την πορεία της θεραπείας καθώς επίσης και πού πιθανόν οφείλεται η αποτυχία. Θα πρέπει να προτείνει το επόμενο βήμα για τη λύση του προβλήματος της υπογονιμότητας προκειμένου η επόμενη προσπάθεια εξωσωματικής να οδηγήσει στην επιτυχία.
Νίκος Κανακάς
Μαιευτήρ - Γυναικολόγος